Παρασκευή 16 Οκτωβρίου 2009

θεραπευτικη -πνευματικη και μοναχικη- εκκλησιολογία και εκκλησιολογία λατρευτικου εσχατολογικου σώματος

«Συγκεκριμένα από την Εκκλησιολογία αυτή των Αλεξανδρινών, του Κλήμεντος και του Ωριγένη, πηγάζει η αντίληψη ότι το σπουδαιότερο πράγμα στην Εκκλησία, αυτό που δίνει την ταυτότητά της, είναι το να αποτελεί ένα θεραπευτήριο από τα πάθη και μία κάθαρση των ανθρώπων, των ψυχών, ώστε να μπορέσουν αυτές οι ψυχές να ενωθούν με τον Λόγο - Θεό. Μία ολόκληρη παράδοση ξεπηδά από αυτήν την αντίληψη. Για να είμαστε πιο συγκεκριμένοι, ιστορικά η παράδοση αυτή συνδέεται με τον Μοναχισμό. Στους μοναστικούς κύκλους τα κείμενα του Ωριγένη διαβάζονταν συνεχώς και σ' αυτούς καλλιεργήθηκε μια Εκκλησιολογία, η οποία δεν αποδίδει πρωτεύουσα βαρύτητα στα λειτουργήματα και τους θεσμούς της Εκκλησίας, αλλά σ' αυτό που σάς ονόμασα θεραπευτήριο των ψυχών. Από την άλλη μεριά όμως και παράλληλα μ' αυτή τη γραμμή αναπτυσσόταν και η Εκκλησιολογία του Ιγνατίου μέσα στην Ιστορία. Συνεχιζόταν με τον Κυπριανό και με πολλούς από τους Πατέρες της Εκκλησίας και γινόταν μια παράλληλη πορεία δύο εκκλησιολογικών προσεγγίσεων που έφτανε ώρες -ώρες να συναντηθεί δημιουργικά, να φτιάξει ένα οργανικό και ενιαίο όλο. Αλλά εκεί που πήγαινε να συντεθεί όλο και ξέφευγε· οι παράλληλες γραμμές χωρίζονταν και πολλές φορές έφτασαν στο σημείο να δημιουργούν διλήμματα, ως προς το ποια από τις δύο αυτές γραμμές είναι η ορθότερη εκκλησιολογικά. Τι είναι επιτέλους η Εκκλησία; Ποια είναι η υπόστασή της; Πού θα τη βρούμε; Στον επίσκοπο και τους περί αυτόν; Στη δομή, την σύναξη του λαού για την τέλεση της Ευχαριστίας ή στο μοναστήρι, στο ασκητήρι, με την προσπάθεια της καθάρσεως από τα πάθη; Αυτό ετέθη πολλές φορές ως δίλημμα στην Ιστορία.

Βεβαίως, θεολογικά, δογματικά, δεν πρέπει να αποτελεί δίλημμα, άλλο είναι, όμως, το τι πρέπει να γίνεται και άλλο το τι γίνεται στην πραγματικότητα. Και αυτή η διπολικότητα της Εκκλησιολογίας είναι κατά την γνώμη μου το πιο σπουδαίο πρόβλημα που αντιμετωπίζει η Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα. Διότι δεν μπορέσαμε ακόμη αυτό να το λύσουμε δημιουργικά. Την διπολικότητα αυτή δεν μπορέσαμε να την ξεπεράσουμε. Βεβαίως, το πρόβλημα είναι στην ουσία πνευματικό. Για το ότι η Εκκλησία προσφέρει θεραπεία από τα πάθη, δεν υπάρχει θέμα. Αμέσως φαίνεται η σημασία των λειτουργημάτων και της θείας Ευχαριστίας. Αλλά η θεραπεία από τα πάθη είναι το δυσκολότερο πράγμα, κυρίως για αυτούς που αγωνίζονται να θεραπευτούν από τα πάθη. Από την ώρα που θα υπεισέλθει έστω και πολύ αμυδρά κάποιος εγωϊσμός μέσα σ' αυτούς που αγωνίζονται, για να θεραπευτούν από τα πάθη, αμέσως αναφύεται μία υπεροψία ως προς τους κοινούς λειτουργούς της Εκκλησίας. Επαναλαμβάνω, το πρόβλημα είναι πνευματικό. Και η εμπειρία δείχνει ότι φυσικά αυτή η υπεροψία δεν είναι χαρακτηριστικό εκείνου που θεραπεύτηκε από το πάθος! Ο θεραπευθείς θα δει τον επίσκοπο με όλο τον σεβασμό, χωρίς να έχει κανένα πρόβλημα εσωτερικό. Αλλά εκείνος που έχει, έστω και ένα απομεινάρι πάθους, θα πει μα τι είναι αυτός, τι τον θέλουμε, εγώ ως πνευματικός μπορώ να κάνω το ουσιώδες έργο της Εκκλησίας. Και δημιουργεί πνευματικά παιδιά, και τα επηρεάζει και φτιάχνει δική του κοινότητα και λέει: τους επισκόπους στο κάτω -κάτω δεν τους βλέπετε που έχουν τα χάλια τους! Αρχίζει τότε η Εκκλησιολογία να διασπάται και τότε πλέον ο επίσκοπος αρχίζει δια της δικανικής οδού, δια του τονισμού του θεσμού, να θέλει να καταπνίξει και να επιβάλλει την αυθεντία του στον μοναχό. Με άλλα λόγια, για να τα πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, για να μη τα κρύβουμε και να μη φοβόμαστε να τα λέμε, έχουμε στην Εκκλησία πρόβλημα σχέσεως επισκόπων και μοναχών. Και οι ιστορικές ρίζες βρίσκονται εκεί που σας είπα. Χρειάζεται αυτή η ιστορική συνείδηση, σαν ένα είδος ψυχαναλύσεως, για να μπορούμε να συνειδητοποιούμε τα προβλήματά μας. Πάντως δεν είναι τυχαίο το ότι οι ρίζες βρίσκονται εκεί. Και δεν είναι τυχαίο το ότι ένας Ωριγένης ή ένας Κλήμης σε μικρότερο βαθμό ξέφυγαν τελικά από την ορθή πίστη της Εκκλησίας. Θα μπορούσε, λοιπόν, να πει κανείς ότι είναι εσφαλμένη εκκλησιολογική αφετηρία, το να βλέπει κανείς την Εκκλησία, είτε κάτω από κοσμολογικό πρίσμα, είτε κάτω από το Πλατωνικό, όπως αυτό που σάς ανέφερα, της αναγωγής δηλαδή των πάντων στην αρχή και όχι στο τέλος.
Αυτός που έκανε Εκκλησιολογία τέτοια, ώστε να μπορέσει να συνδυάσει αυτές τις δύο τάσεις, χωρίς να χαλάσει την ισορροπία και χωρίς να οδηγηθεί σε αίρεση, ήταν μόνον ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Εάν έχω κάποιο λόγο να θεωρώ αυτόν τον πατέρα της Εκκλησίας ως τον μεγαλύτερο θεολόγο της Ιστορίας, τούτο οφείλεται στο ότι πραγματικά ήταν ο μόνος που μπόρεσε να πάρει το κοσμολογικό στοιχείο και να το ενώσει με το εσχατολογικό. Δεν μπόρεσε κανείς άλλος να το κάνει αυτό. Εάν ακολουθούμε τον Άγιο Μάξιμο δεν θα εκτραπούμε, αν τον έχουμε σαν οδηγό μας. Αλλά είναι δύσκολο πράγμα, γι' αυτό και υπήρξαν τόσες εκτροπές. Ο Μάξιμος πήρε τον Ωριγένη και τον εσχατολογοποίησε. Πήρε την κοσμολογία του και την εσχατολογοποίησε. Επομένως, απέβαλε τον Πλατωνισμό τον κτύπησε μέσα στην καρδιά του. Γι' αυτό και οι δυτικοί ερευνητές δεν μπόρεσαν ποτέ να καταλάβουν τον Μάξιμο, αν και αυτοί τον ανέστησαν, έχουν γράψει πολλά βιβλία αλλά δεν μπορούν να καταλάβουν το πνεύμα του, διότι ξεκινούν από την προϋπόθεση ότι ανήκει και αυτός στους πλατωνίζοντες πατέρες. Έχει ένα περίβλημα και μια ορολογία πλατωνική. Αλλά στην ουσία καταστρέφει τον Πλατωνισμό, διότι μας παίρνει από την επιστροφή προς το παρελθόν και μας στρέφει προς το μέλλον, προς τα έσχατα. Επομένως και η Εκκλησιολογία στο πρόσωπο του Αγίου Μαξίμου, ξαναγίνεται αυτή η εσχατολογική κοινότητα η οποία, όμως, σε αντίθεση και με την βιβλική αντίληψη αλλά και με την Ιγνατιανή, έχει κοσμικές διαστάσεις, σαφείς κοσμολογικές πτυχές.
Λοιπόν, τι συμβαίνει τότε, εάν συνθέσουμε δημιουργικά την κοσμολογία με την εσχατολογία, την Εκκλησιολογία του Ιγνατίου ή του Κυπριανού με το κοσμολογικό στοιχείο; Τότε φτάνουμε στον Άγιο Μάξιμο, ο οποίος βλέπει μέσα στη δομή της Εκκλησίας και της Θείας Ευχαριστίας την εσχατολογική κοινότητα και όχι τις ιδέες και τους λόγους απλώς του παρελθόντος. Μια τέτοια εσχατολογική κοινότητα περιλαμβάνει μέσα της τους λόγους των όντων, του κόσμου, αλλά ως πραγματικοτήτων του μέλλοντος. Συνεπώς, ξαναγυρίζουμε στην Ιγνατιανή εικονολογική Εκκλησιολογία, ότι η Εκκλησία εικονίζει τα μέλλοντα, τα έσχατα. Αλλά αυτά τα έσχατα δεν είναι απλώς λειτουργήματα και γεγονότα συνάξεως του λαού του Θεού, αλλά συνιστούν γεγονός κοσμολογικής σημασίας, συνάξεως δηλαδή των όντων όλων στο πρόσωπο του Λόγου, του ενσάρκου Λόγου πλέον, όχι του Λόγου προ της ενσαρκώσεως, του ενσάρκου και εσχάτου Αδάμ. Έτσι, η Εκκλησιολογία παίρνει και την μορφή της ανθρωπολογίας, διότι ο έσχατος Αδάμ και ως άνθρωπος ανακεφαλαιώνει τα πάντα στο πρόσωπό του, και αυτό μας απαλλάσσει από την διχοτόμηση μεταξύ, ας την ονομάσουμε έτσι, θεραπευτικής και λειτουργικής Εκκλησιολογίας. Είναι πολύ λυπηρό, διότι, στις μέρες που ζούμε, στην Ορθόδοξη Εκκλησία αυτό το δίλημμα είναι τόσο ζωντανό. Βλέπεις άλλους να ασχολούνται και να υποστηρίζουν ότι αυτό είναι το παν, και άλλους να ασχολούνται μόνο με την λειτουργική ή ιδρυματική Εκκλησιολογία και να μην μπορούν να συνθέσουν τις δύο αυτές τάσεις. Το χάσμα ευρύνεται και θα έχει πολύ φοβερές συνέπειες για την Ορθόδοξη Εκκλησία. Εσείς οι νεότεροι είστε τα πρώτα θύματα αυτής της κατάστασης, και καλό θα είναι να δώσει ο Θεός να σας προλάβει κανείς από το να οδηγηθείτε και να οδηγήσετε τα πράγματα σε αυτό το χάσμα μεταξύ αυτών των δύο Εκκλησιολογιών. Λοιπόν, θα ήθελα να είμαι πιο αναλυτικός στα προσεχή μαθήματα.»

Μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης (Ζηζιούλας), παραδόσεις δογματικής θεολογίας εις το Αριστοτέλειον Πανεπιστήμιον Θεσσαλονίκης, 1984-1985.
http://www.oodegr.com/oode/dogmat1/ST2b.htm

μάλλον εκείνο που σήμερα έχουμε ξεχάσει με την θεσμοποίηση του εκκλησιαστικού σώματος είναι η εκκλησιολογική θέση αυτών των δύο «θεολόγων» (τότε, αλλά δυστυχώς αιρετικών σήμερα δια της καταδίκης των δύο δια συνόδων) του Κλήμεντος και του Ωριγένους αλλά και των άλλων πατέρων της εκκλησίας μας Ιγνατίου και Κυπριανού. Δεν αντιπαρατίθεται το εκκλησιαστικο σώμα εν τω κόσμω με το σώμα το εκκλησιαστικό των μοναχών.
Οι δύο κοινότητες και των εν κόσμω και των μοναχών, έχουν σκοπό να τηρηθεί ο ευαγγελικός λόγος και να προσεγγίσουμε το μυστήριο του Χριστού! Αυτός είναι ο σκοπός των χριστιανών να γνωρίσουν τον σαρκωμένο Λόγο που κάνει μια πρόταση ζωής που μας οδηγεί στα έσχατα, με κύριο εκφραστή των θεολόγων της Εκκλησίας μας, στην σύγκληση της μοναχικής - εκκλησιαστικής παράδοσης και της κοσμικής (της εν τω κόσμω) – εκλησιαστικής παράδοσης, η θεραπεία των παθών μας και το λειτουργικό βίωμα μας δίνουν την πίστη του μοναχού και πιστού ακολούθου του Σώματος της Εκκλησίας εν τω κόσμω, του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού.
Δεν είναι απλό να κατανοήσουμε ότι κάθε κομμάτι του σώματος του Χριστού είναι πολύτιμο, ο Χριστός το καλεί δια της συνάξεως των πιστών σε εκκλησιοποίηση του Χαρίσματος του. Αυτό είναι η Εκκλησία, οι πιστοί στον Χριστό που τον λατρεύουν και ζητούν να κοινωνούν του σώματος και του αίματος του Λυτρωτού τους.
Σήμερα δυστυχώς δεν κατανοούμε τι σημαίνει να έχουμε σωστή εκκλησιολογική τοποθέτηση, δεν κατανοούμε τι σημαίνει να επαγγελόμεθα τη πίστη μας στον Χριστό, τι σημαίνει να λέμε πως ανήκουμε στον Χριστό…αυτό είναι ξεκάθαρο το ότι όσοι λέμε ότι ανήκουμε στον Χριστό είναι επιτακτική ανάγκη να ακολουθούμε τον Χριστό και την Εκκλησία Του, την διακονία του ο καθένας την σέβεται και την τηρεί εν επιγνώσει της πίστεως του.
Δηλαδή ο διάκονος δεν μπορεί να αθετεί τον επίσκοπο ή τον πρεσβύτερο, είτε ότι ο επίσκοπος ή ο πρεσβύτερος δεν έχει την ανάγκη και του διακονου, ούτε ότι όλοι οι κληρικοί δεν χρειαζόμαστε τον αδελφό που ψάλλει, που αναγινώσκει, που καθαριότητα τηρεί εις τον ναόν, αλλα το βασικότερο είναι ο ναός και κάθε τι που τελείται εν αυτώ να γίνεται όχι ως υποχρέωση αλλα ως αναγκη προσωπικής ανατροφοδότησης.
Ολοι όσοι μετέχουμε εις τον ναόν εις τις ιερές ακολουθίες και προσευχές, όταν έρχονται οι πιστοί να προσκηνύσουν είναι βασικό να μην βλέπει ο άλλος υπαλλήλους αλλα υπηρέτες του Χριστού και του Ναού του!
Δεν είναι όμορφο ούτε και χριστιανικό να δρούμε σαν επιχείρηση αλλα σαν οικογένεια, ο κληρικός είναι πνευματικά υπεύθυνος όσων του το ζητήσουν, όσων τον θέλουν ως πατέρα, όσων του φιλούν το χέρι όπως θα φιλούσαν το χέρι του Χριστού, έχοντας ευγνωμοσύνη στο πρόσωπο του αδελφού τους που λειτουργεί ως κληρικός τα μυστήρια του Χριστού!
Δεν ξέρω αν μπορούμε και σήμερα να αφηνόμαστε σε εθνοφυλετικές εκκλησιολογικές αποκλίσεις…δεν υπάρχει Εκκλησία που να ανήκει στην Ελλάδα, αλλά εκκλησία του Χριστού που παρεπιδημεί εν Ελλάδι!
Δεν ανήκει σε κανέναν η Εκκλησία αλλά είναι του Χριστού «ιδιοκτησία», ως το σώμα Αυτού.
Ο Χριστός να βασιλεύει στις σχέσεις πιστού λαού, κλήρου που διακονεί τον λαόν και μοναχικού τάγματος που προσεύχεται για όλους τους πιστούς (κληρικούς και λαϊκούς).
Δοξάζω του Πατρός και του Υιού την δύναμιν και Πνεύματος Αγίου υμνώ την εξουσίαν.
modern father

Δεν υπάρχουν σχόλια: